Βιβλιοκριτική “Σκοτεινά Φεγγάρια” του Γιώργου Δολγύρα
Στη συλλογή “Σκοτεινά Φεγγάρια” -ένα βιβλίο με ομολογουμένως εντυπωσιακό εξώφυλλο- συναντάμε τέσσερα διηγήματα, τέσσερις διαφορετικές ιστορίες με κοινούς παρανομαστές. Γιατί μπορεί να ζητάει μια κοπέλα να μεταμορφωθεί σε λυκάνθρωπο; Γιατί μια πανέμορφη γυναίκα αναζητά ένα απαγορευμένο βιβλίο; Γιατί ένας νεκρός θέλει να στοιχειώσει και γιατί ένας άνθρωπος πίνει αίμα;
Ο συγγραφέας μάς παρουσιάζει γήινους τρόμους μέσα από τα μάτια τεσσάρων απλών ανθρώπων, με πάθη και επιθυμίες. Όλοι τους είναι καθημερινές φιγούρες της διπλανής πόρτας. Θα έλεγα, κιόλας, ότι ο συγγραφέας δεν τους χαρίζεται και τους δημιουργεί περαιτέρω προβλήματα από όσα ήδη αντιμετωπίζουν.
Σε γενικές γραμμές, πρόκειται για ωραία διηγήματα, αν και σε κάποια σημεία θα ήθελα λίγες ακόμα λεπτομέρειες και περιγραφές. Ίσως το δεύτερο διήγημα, επειδή είναι αρκετά μεγάλο και είχε ξεφύγει από την αρχική ιδέα, θα μπορούσε να χωριστεί σε ενότητες ή ακόμα και να γίνει δυο ξεχωριστά διηγήματα με ακόμα πιο δυνατές ανατροπές.
Σίγουρα όμως, για πρώτη απόπειρα έκδοσης του συγγραφέα, πρόκειται για ένα υποσχόμενο όνομα που δείχνει να έχει πολλές ακόμα ενδιαφέρουσες ιστορίες να μας διηγηθεί.
Ας δούμε όμως αναλυτικά και τα τέσσερα διηγήματα:
Τριαντάφυλλα και νύχια
Μια κοπέλα χωρίς καθόλου διάθεση για ζωή και μίσος για όλα τα πράγματα δέχεται μια πρόταση να μεταμορφωθεί σε λυκάνθρωπο. Δεν θέλω να αναφέρω κάτι άλλο για να μην αποκαλύψω πράγματα της ιστορίας. Θα σταθώ όμως στην ψυχολογία της κοπέλας. Ένα κορίτσι λυκείου που αισθάνεται άσχημο και δεν είναι αρεστή στην παρέα κανενός, μόνη σ’ ένα σπίτι, χωρίς αγάπη, είναι λογικό να δεχτεί μια τέτοια τρελή πρόταση. Ο συγγραφέας πέτυχε να δώσει την ψυχική μοναξιά της κοπέλας και την αποξένωση που βιώνει απ’ όλους. Φυσικά, μετά τη μεταμόρφωση πολλά άλλαξαν, όμως πόσο υψηλό είναι το τίμημα για να κερδίσεις όλα όσα ποθείς; Μια ιστορία που δείχνει ότι το νόμισμα έχει πάντα δύο όψεις και ότι η χαρά δεν ευδοκιμεί για πολύ καιρό -όσο κι αν το επιθυμούμε.
Παλαιό Βιβλιοπωλείο
Όπως φανερώνει και ο τίτλος, βρισκόμαστε σ’ ένα παλιό, υπέροχο βιβλιοπωλείο με σπάνια βιβλία. Μια μέρα το επισκέπτεται μια γυναίκα με μεθυστική αύρα. Ο πωλητής χάνεται στο βλέμμα της, μιας και μόνο αυτό φαινόταν, εξαιτίας της μάσκα που φορούσε. Ζητούσε ένα σπάνιο βιβλίο το οποίο ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού δεν της το πούλησε, παρά μόνο της το έδειξε όταν εκείνη του ζήτησε έστω να της επιτρέψει να το ξεφυλλίσει.
Από εκεί και πέρα η άρνηση αυτή πυροδότησε μια σειρά αλυσιδωτών αντιδράσεων, με αποτέλεσμα στην περιοχή που βρισκόταν το βιβλιοπωλείο να πεθαίνει ανεξήγητα κόσμος.
Εδώ ο συγγραφέας μας δείχνει ότι δεν πρέπει να εμπιστευόμαστε κανέναν ελαφρά τη καρδία και ότι η πίστη μας σε οποιοδήποτε θεό κι αν είναι, αλλά και στον ίδιο μας τον εαυτό, είναι ό,τι πιο δυνατό υπάρχει, και κατέχουμε τη δύναμη να παλέψουμε τα πάντα.
Το μηχανάκι
Το διήγημα αυτό μου άρεσε περισσότερο απ’ όλα, καθώς είχε ανατροπές έξυπνα δοσμένες και διαλόγους με χιούμορ και εύστοχες ατάκες. Και σε αυτό το διήγημα, παρά την ιδιαιτερότητα του ήρωα, βλέπουμε το ναδίρ της ψυχολογίας του, μιας και αισθανόταν ασήμαντος, χωρίς να μπορεί να κάνει κάτι για να το αλλάξει.
Θηλιά στον λαιμό
Εδώ έχουμε το εξής παράδοξο: ένα βαμπίρ στον καναπέ του ψυχιάτρου. Πώς γίνεται αυτό; Είναι δυνατόν; Και όμως, είναι. Ιδιαίτερο διήγημα που μας δείχνει τον ήρωα να έχει φωτοφοβία από παιδί, να πίνει αίμα και να καταλήγει στο συμπέρασμα ότι είναι βρικόλακας. Θα ήθελα λίγη ακόμα εξήγηση για το πώς, ενώ γεννήθηκε από φυσιολογικούς γονείς, εκείνος σιγά – σιγά μεταμορφώθηκε σ’ ένα αιμοδιψές τέρας. Είναι ένα διήγημα με έντονο κοινωνικό προβληματισμό και αλληγορία, καθώς πραγματεύεται τη διαφορετικότητα και τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι την περιθωριοποιούν.
Τέσσερα ξεχωριστά διηγήματα, το καθένα με τη δική του ομορφιά. Οι χαρακτήρες δρουν από μια εσωτερική ανάγκη για αναζήτηση, για να λύσουν τις απορίες τους και να καταφέρουν να ζήσουν μια καλύτερη ζωή, όσο περίεργες και αν είναι οι συνθήκες στις οποίες βρίσκονται. Γιατί, όπως πολύ σωστά λέει και το ίδιο το βιβλίο στο οπισθόφυλλό του:
…είμαστε πότε δαίμονες και πότε άγγελοι ανάλογα με το ποιους έχουμε κοντά μας, είτε έχουμε δυνάμεις είτε όχι.
Γράφει η Αργυρώ Χαρίτου
Πηγή Nyctophilia