Διαβάζοντας ένα κλασικό βιβλίο ανακαλύπτουμε κόσμους και ταυτότητες που υπάρχουν ακόμα
1+1 Κλασικά διαμάντια της ελληνικής λογοτεχνίας μεταγραμμένα στη νεοελληνική γλώσσα
Η γενιά του 1880 χαρακτηρίζεται από την εισαγωγή ρεαλιστικών και νατουραλιστικών στοιχείων στην ελληνική λογοτεχνία. Οι συγγραφείς προσεγγίζουν με ιδιαίτερη ευαισθησία τη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον στο οποίο ζει και επικεντρώνονται στο βίωμα και την μνήμη ως πηγές έμπνευσης. Επιδιώκουν να απεικονίσουν την πραγματικότητα της νεοελληνικής κοινωνίας, ακολουθώντας τις αρχές του ρεαλισμού, επηρεαζόμενοι από τα ρεύματα της ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Κεντρική τους επιδίωξη είναι η δημιουργία μιας λογοτεχνίας που θα αντανακλά την καθημερινή ζωή και τα προβλήματα των ανθρώπων της εποχής τους.
Διαβάζοντας ένα κλασσικό βιβλίο μεταφερόμαστε πίσω στο χρόνο και αντλούμε πληροφορίες για τη δομή της κοινωνίας και την ταυτότητα των ανθρώπων της τότε εποχής.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η μορφή των γυναικών, όπως αποτυπώνεται στα έργα της γενιάς του 1880. Πολλοί ποιητές συνδυάζουν τη ρεαλιστική – νατουραλιστική γραφή με έναν βαθύ ανθρωπισμό για να αναδείξουν την καταπίεση που βιώνουν οι γυναίκες, όχι μόνο σε οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, αλλά και σε ψυχολογικό και συναισθηματικό. Αντανακλούν έτσι, τα κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα της εποχής, καθώς και τις αναζητήσεις τους για μια νέα αντίληψη του ατόμου και των σχέσεων των φύλων.
Οι γυναικείοι χαρακτήρες στα έργα της εποχής συχνά περιορίζονται από τις παραδοσιακές προσδοκίες που επιβάλλει η κοινωνία, όπως η απόλυτη αφοσίωση στην οικογένεια και η υπακοή στους άνδρες. Αυτές οι προσδοκίες δημιουργούν μια ασφυκτική πραγματικότητα, όπου η γυναίκα βλέπει την ταυτότητά της να διαμορφώνεται αποκλειστικά από τους κοινωνικούς ρόλους της μητέρας, της συζύγου ή της κόρης, καταπιέζοντας κάθε προσωπική φιλοδοξία ή ανάγκη για αυτονομία.
Παράλληλα, πολλές εμβληματικές γυναικείες φιγούρες παρουσιάζουν έντονες ψυχολογικές μεταπτώσεις, αναδεικνύοντας έτσι την καταπίεση και την απομόνωση που προκαλεί η αδυναμία έκφρασης και ελέγχου των επιλογών τους. Η γενιά του 1880 περιγράφει γυναίκες που βιώνουν μια εσωτερική αποξένωση, η οποία προκύπτει από το χάσμα ανάμεσα στις προσωπικές τους επιθυμίες και τις κοινωνικές προσδοκίες. Γυναίκες που είναι αόρατες στην κοινωνία αλλά βρίσκονται συνεχώς στα άκρα. Οι φιγούρες αυτές δεν είναι απλώς παθητικά θύματα, αλλά συχνά παλεύουν με την εσωτερική τους αναζήτηση για αυτοκαθορισμό, αν και βρίσκονται εγκλωβισμένες σε έναν ανυπέρβλητο κλοιό κοινωνικών επιταγών.
Ανακαλύψτε το Project Ψυχάρης και εντάξτε το κλασικό βιβλίο στις αναγνωστικές σας συνήθειες
Μέσα από το Project Ψυχάρης, το αναγνωστικό κοινό έχει την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με τα γραπτά της τότε εποχής και να γνωρίσει μέσα από μια άλλη γλώσσα, τη νεοελληνική, όλες εκείνες τις γυναικείες φιγούρες που πρωταγωνιστούν στα έργα των συγγραφέων της γενιάς του 1880. Η μεταγραφή εμβληματικών διηγημάτων από την καθαρεύουσα στα νέα ελληνικά, αφήνει μια αίσθηση πιο οικεία καθώς η γραφή είναι πιο προσιτή, μεταφέροντας παράλληλα με τρόπο γλαφυρό και εξίσου ποιητικό, τις εικόνες και την ηθογραφία της εποχής. Ο συγγραφέας Δημήτρης Φιλελές μεταγράφει με πρωτοφανή μαεστρία διηγήματα-κορωνίδες της ελληνικής λογοτεχνίας σε μια απόπειρα μύησης του νεαρού αναγνωστικού κοινού στη λογοτεχνία της εποχής.
Παρακάτω ακολουθούν δύο προτάσεις των εκδόσεων Πηγή που αποτελούν κορυφαίες αποτυπώσεις της λογοτεχνίας της περιόδου. Σκιαγραφούν τη γυναίκα ως ένα τραγικό σύμβολο της κοινωνικής καταπίεσης της εποχής τους και ταυτόχρονα αναδεικνύουν την πολυπλοκότητα της ψυχολογικής της κατάστασης. Δώσε νέο νόημα στο κλασικό βιβλίο και ανακάλυψε λογοτεχνικά διαμάντια, μέσα από το “project Ψυχάρης”.
Η Φόνισσα- Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
Πρόκειται για ένα κλασικό ανάγνωσμα, ένα βιβλίο που πολλοί γνωρίζουν τον τίτλο του, όμως αρκετοί δεν έχουν διαβάσει. Ο ψυχολογικός αντίκτυπος της καταπίεσης των γυναικών είναι έκδηλος και πολύπλευρος στο έργο του Παπαδιαμάντη “Η Φόνισσα”. Η ηρωίδα Χαδούλα, υπό την πίεση της πατριαρχικής κοινωνίας και των περιορισμών που επιβάλλονται στις γυναίκες, φτάνει στο σημείο να διαπράξει φόνους, προσπαθώντας να απαλλάξει τις νεαρές κοπέλες από την “κατάρα” της γυναικείας ύπαρξης. Αυτό το έργο αντικατοπτρίζει τη βαθιά της ψυχολογική σύγχυση, που γεννιέται από την αποσύνδεση της προσωπικής της λογικής από τις ηθικές και κοινωνικές επιταγές.
Ο Παπαδιαμάντης χρησιμοποιεί τον χαρακτήρα της Χαδούλας για να εκφράσει την ένταση που προκαλείται από τη σύγκρουση ανάμεσα στις πατριαρχικές αξίες και την προσωπική αντίληψη του ατόμου για δικαιοσύνη, παρουσιάζοντας μια ακραία μορφή “λύτρωσης” που είναι ταυτόχρονα ευαίσθητη, τραγική και παράλογη. Αποκαλύπτει έτσι, την ψυχική διαταραχή που μπορεί να προκληθεί από τη συνεχή καταπίεση και τον αδιέξοδο ρόλο της γυναίκας στην κοινωνία. Η τραγικότητα της κατάστασης της γίνεται ακόμα πιο έντονη μέσα από τη σκοτεινή της ψυχολογία, η οποία μετατρέπεται σε μια διαστρεβλωμένη μορφή “λύτρωσης” για τις μελλοντικές γενιές γυναικών.
Η μεταγραφή του Δημήτρη Φιλελέ προσφέρει μια αναζωογονητική ματιά στο κλασικό αυτό βιβλίο, μεταφέροντας στην νεοελληνική γλώσσα όλα εκείνα τα σκοτεινά στοιχεία που περιβάλλουν τους χαρακτήρες του Παπαδιαμάντη. Χωρίς εκπτώσεις στα υψηλά νοήματα και με έκδηλο σεβασμό απέναντι στα γραπτά ενός προηγούμενου αιώνα, μας προσφέρει μια σύγχρονη εκδοχής της Φόνισσας που μας μεταφέρει σε απόλυτο βαθμό τον σκοτεινό ρεαλισμό και την “μνημονευτική” διάθεση που βρίσκονται στα γραπτά της γενιάς του 1880.
Τρία αμαρτωλά διηγήματα- Γεώργιος Βιζυηνός
Οι συγγραφείς της γενιάς του 1880 προσπαθούν να δώσουν φωνή στη σιωπηλή αγωνία των γυναικών και να καταδείξουν τον κοινωνικό φαταλισμό που τις περιβάλλει. Ο Βιζυηνός, μέσα από τα διηγήματά του όπως το “Το Αμάρτημα της Μητρός μου” και “Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου”, παρουσιάζει τη γυναίκα ως θύμα του κοινωνικού της περιβάλλοντος, με ψυχολογία συχνά πλημμυρισμένη από ενοχές και μεταμέλεια. Οι μητέρα, ως σύμβολο, θυσιάζει την προσωπική της ευτυχία και τις επιθυμίες της για χάρη των παιδιών της. Παγιδευμένη σε έναν κόσμο όπου οι ατομικές επιλογές θεωρούνται προνόμιο των ανδρών, προσπαθεί να βρει την ηρεμία ενώ η κοινωνία έχει ήδη αποφασίσει για αυτήν. Η αδιάκοπη αυτοθυσία της “μάνας” εντείνει την ψυχική αποξένωση των γυναικών, καθώς βρίσκονται εγκλωβισμένες σε ένα φαύλο κύκλο κοινωνικών πιέσεων και προσωπικών στερήσεων.
Η κεντρική φιγούρα της μητέρας, στα δύο από τα τρία διηγήματα του Βιζυηνού από αυτή τη συλλογή, είναι μια γυναίκα που βαραίνεται από το αίσθημα ενοχής για την ακούσια απώλεια της κόρης της. Γεγονός που διαμορφώνει όλη της την ψυχολογία και τις μετέπειτα πράξεις της. Παγιδεύεται έτσι σε έναν κύκλο αυτοτιμωρίας και μεταμέλειας, αδυνατώντας να συγχωρήσει τον εαυτό της για το ατύχημα που θεωρεί πως προκάλεσε. Αυτό το αμάρτημα, που την καταδιώκει για όλη της τη ζωή, αποκαλύπτει την αντίληψη της μητρότητας ως μιας απόλυτης θυσίας, όπου η γυναίκα είναι υπεύθυνη για την ευτυχία και την ασφάλεια των παιδιών της σε κάθε επίπεδο.
Όπως φαίνεται και στο διήγημα “Ποίος ήτον ο φονεύς του αδελφού μου”, η ενοχή της μητέρας είναι το προϊόν ενός κοινωνικού συστήματος που εξιδανικεύει τη μητέρα και απαιτεί από αυτήν να είναι αλάνθαστη. Γεγονός που ίσως την οδηγήσει και στην αυτοδικία. Ο Βιζυηνός, μέσα από την αφήγηση του ήρωα-γιου, αποκαλύπτει τη βαθιά ψυχική αγωνία που προκαλεί η αδυναμία της μητέρας να ξεφύγει από την αίσθηση ευθύνης και θυσίας, μια αίσθηση που είναι συχνά επιβεβλημένη από τις κοινωνικές αξίες της εποχής.
Μεταγράφοντας ένα κλασικό βιβλίο στη γλώσσα της καθημερινότητας μας, ο Δημήτρης Φιλελές χαρίζει στις νεότερες γενιές την ευκαιρία να εξερευνήσουν τις ρίζες τους.
Τα “αμαρτήματα” της μητέρας είναι σύμβολα της συνεχούς πίεσης που βιώνουν οι γυναίκες, όπου ακόμη και η αγάπη τους μπορεί να μετατραπεί σε πηγή πόνου και αυτοκαταστροφής. Η μεταγραφή των διηγημάτων στη νέα ελληνική γλώσσα, δικαιώνει κατά κάποιον τρόπο της γυναίκες αφού μεταφέρει στον απόλυτο βαθμό τα βάσανα που βιώνουν. Η απλότητα της νεοελληνικής γλώσσας δεν στερεί αλλά ανυψώνει όλες εκείνες τις εικόνες που δημιουργεί η γραφή του Βιζυηνού, κάνοντας τις προσβάσιμες ακόμα και σε ανθρώπους που δεν είναι εξοικειωμένοι με την ανάγνωση λογοτεχνικών έργων.
Η ψυχολογική κατάσταση των γυναικών αναδεικνύεται μέσα από την έντονη αίσθηση καθήκοντος και την αδυναμία τους να ξεφύγουν από τους κοινωνικούς ρόλους που τους επιβάλλονται. Είτε πρόκειται για τη δολοφονική απόγνωση της Χαδούλας είτε για την αυτοτιμωρητική ενοχή της μητέρας στο έργο του Βιζυηνού, οι συγγραφείς της γενιάς του 1880 παρουσιάζουν τις γυναίκες ως θύματα ενός κοινωνικού και ψυχολογικού πλαισίου που τις καταδικάζει σε μια ζωή περιορισμένη από τον έμφυλο ρόλο τους. Σκληρές, με έντονο το αίσθημα του δικαίου και εξαντλημένες από την ανισότητα. Μέσα από αυτές τις τραγικές ιστορίες, τόσο ο Παπαδιαμάντης όσο και ο Βιζυηνός καταδεικνύουν την αδυσώπητη πίεση που ασκείται στις γυναίκες, οι οποίες παλεύουν να βρουν έναν δρόμο προς την αυτογνωσία και την ελευθερία, συχνά με καταστροφικά αποτελέσματα.