Γράφει ο συγγραφέας του βιβλίου «Η διαδρομή», Θανάσης Σταθόπουλος
1960. Ήταν όντως καλύτερα ‘’τότε’’;
Ίσως όλοι να έχουμε κατά καιρούς ακούσει ανθρώπους μεγάλης ηλικίας να προφέρουν με νοσταλγία τη γνωστή πιά διαχρονική ατάκα ‘’ήταν ωραία χρόνια εκείνα’’ αναφερόμενοι προφανώς σε εποχές περασμένων δεκαετιών και συγκρίνοντας αυτές με τους σημερινούς καιρούς της 3ης δεκαετίας του 21ου αιώνα. Ας σταθούμε λοιπόν σημειολογικά και για λόγους εύληπτης ερμηνείας στη δεκαετία του 1960, στα ‘60ς, και να κάνουμε μια προσπάθεια συγκριτικής ανάλυσης του ‘’τότε’’ και του ‘’’τώρα’’. Να ζυγίσουμε τα θετικά και αρνητικά στοιχεία της κάθε εποχής και οι τελικές διαφορές στο ζύγι να μας δώσουν το νικητή.
Τι λέτε, μπορούμε να το κάνουμε; μπορούμε να εξάγουμε αδιαμφισβήτητο αποτέλεσμα;
Συγχωρήστε με που θα σπεύσω να απαντήσω αρνητικά στα περί ‘αδιαμφισβήτητου’ αποτελέσματος και θα προσπαθήσω να εξηγήσω τους λόγους. Κατά την άποψη μου μια τέτοια σύγκριση μπορεί να μην είναι ‘ανίερη’ καθώς υποτίθεται τοποθετεί δίπλα-δίπλα τη σημερινή ηλεκτρονική εποχή με εκείνη των χωμάτινων δρόμων, ωστόσο οι προκύπτουσες …ζυγιστικές διαφορές σε καμία περίπτωση δεν θα είναι αρκούντως πειστικά στοιχεία ως προς τον προσδιορισμό της νικήτριας περιόδου. Το ‘’καλύτερα’’, εκτός του ότι είναι μία σαφώς εξατομικευμένη προσέγγιση, πρέπει να εξετάζεται και σε σχέση με τις γενικότερες συνθήκες στην εκάστοτε εποχή.
Ναι, ο πολίτης των ‘60ς δεν είχε την ευκολία της επικοινωνίας που παρέχεται σήμερα με τα κινητά τηλέφωνα αλλά διατηρούσε αλώβητο και απροσπέλαστο τον προσωπικό του χώρο, δεν είχε την άμεση πληροφόρηση που εξασφαλίζουν τα ΜΜΕ των καιρών μας αλλά παρέμενε ψυχολογικά ισορροπημένος, δεν μπορούσε να μετακινηθεί με την άνεση του σήμερα αλλά όταν το έκανε το απολάμβανε στο έπακρο. Τα σπίτια που κατοικούσε η πλειοψηφία των ανθρώπων στην παλιά εποχή δεν αντέχουν φυσικά τη σύγκριση με τα άνετα και λειτουργικά του 2023 ωστόσο κανείς δεν αμφιβάλλει για τη ‘ζεστασιά’ και την εγγύτητα των ανθρωπίνων σχέσεων που απλόχερα προσέφεραν τα δυαράκια της πενταμελούς οικογένειας σε πλήρη αντίθεση με την εικόνα του σημερινού μικρομεσαίας κατηγορίας διαμερίσματος όπου ο καθένας έχει το δικό του δωμάτιο, απολαμβάνει την απομόνωση του και επικοινωνεί τυπικά για τα πλέον απαραίτητα με τους υπόλοιπους ..συγκάτοικους!
Μη το βλέπουμε όμως μονόπλευρα, ας το δούμε και από την άλλη πλευρά. Ο υποστηρικτής του ‘’καλύτερα σήμερα’’ και στερείται σε νοσταλγία όσον αφορά παλιότερες εποχές διαθέτει πολλά επιχειρήματα στη φαρέτρα του και κάλλιστα θα μπορούσε να κάνει την αντεπίθεση του. Το βελτιωμένο σύστημα υγείας, οι ευρείς ασφαλτοστρωμένοι δρόμοι, η τηλεόραση, ο υπολογιστής, οι τηλεφωνικές ευκολίες, η λεπτομερής πληροφόρηση, η άνετη καθημερινή διαβίωση, η δυνατότητα ταξιδίων και πολλά ακόμα στοιχεία της πολιτισμικής εξέλιξης γέρνουν φαινομενικά -και όχι μόνο- τη ζυγαριά στην πλευρά στη σύγχρονη εποχή.
Γιατί όμως εξακολουθούν να μη με πείθουν ούτε να με οδηγούν κάπου όλα αυτά; Θα σταθώ ολίγον πεισματικά κατά πρώτον σε αυτό που αρχικά ονόμασα ‘’εξατομικευμένη προσέγγιση’’ του θέματος και κατά δεύτερον σε ορισμένα γενικά χαρακτηριστικά σε κάθε εποχή στα οποία παρατηρούνται ειδοποιοί διαφορές.
Η ‘’εξατομικευμένη προσέγγιση’’ ερμηνεύεται ως ο τρόπος που ο πολίτης της κάθε εποχής βιώνει την καθημερινότητα του και νοιώθει να πληρούνται οι προσδοκίες του. Ο πολίτης των ‘60ς που δεν αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες, είχε επιτύχει τους στόχους του και έχαιρε άκρας υγείας σε ενδεχόμενη ερώτηση για το αν αισθάνεται απόλυτα ικανοποιημένος και ευτυχής το πιθανότερο θα απαντούσε καταφατικά. Την ίδια στιγμή και απαντώντας στην ίδια ερώτηση πληθώρα συμπολιτών του με δυσκολίες στην εξασφάλιση βασικών αγαθών, ανεκπλήρωτα όνειρα ή προβληματική υγεία θα απαντούσαν κατά πάσαν πιθανότητα αρνητικά.
Είναι αυτονόητο βέβαια ότι κανείς πολίτης των δύο κατηγοριών σε εκείνη την εποχή δεν είχε στο μυαλό του κινητά τηλέφωνα, έγχρωμες τηλεοράσεις, υπολογιστές ή Εθνικό Σύστημα Υγείας! Όλοι ερμηνεύουν και ταυτοποιούν την ψυχολογία τους κάτω από το πρίσμα της εποχής τους και των συνθηκών της. ‘’Περνάω ή δεν περνάω καλά’’ ‘’Είμαι ευτυχισμένος ή δεν είμαι’’ πάντα μέσα στο πλαίσιο των συνθηκών που διαβιώ και όχι σε μια ονειρική φαντασιακή διάσταση που δεν αφορά τη σκληρή ή όχι πραγματικότητα. Ως εκ τούτου λοιπόν τα αντικειμενικά στοιχεία εκάστης εποχής οδηγούν απλά σε υποκειμενικές ερμηνείες και τοποθετήσεις. Ο καθένας δηλαδή όπως το βλέπει από την πλευρά του και σύμφωνα με τη θέση του στο κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής του, ανεξαρτήτως αν υπάρχει η νοσταλγία κάτω από το πρίσμα της οπτικής του.
Η κάθε εποχή ωστόσο έχει τα δικά της γενικευμένα χαρακτηριστικά που την καθιστούν ξεχωριστή σε σχέση με άλλες. Χαρακτηριστικά που οφείλονται στις επικρατούσες τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο ευρείες κοινωνικές συνθήκες και αναφέρομαι στο πολιτικό σύστημα και το ανάλογο πολιτικό κλίμα, την οικονομική κατάσταση της χώρας, την κοινωνική πολιτική και το τεχνολογικό επίπεδο με τις προσφερόμενες εφαρμογές του, οι δείκτες των οποίων επηρεάζουν ή και καθορίζουν την καθημερινότητα των πολιτών και διαμορφώνουν θετικά ή αρνητικά την ψυχολογία τους. Συγκρίνοντας τη 10ετία του 1960 με αυτή του 2020 κάτω από το πρίσμα όσων αναφέρθηκαν πιο πάνω και μακριά από κάθε προσέγγιση με χαρακτήρα που προσδίδει την όποια νοσταλγία για το παρελθόν, θα μπορούσε κανείς εύκολα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το ‘’σήμερα’’ είναι μακράν καλύτερο του ‘’τότε’’. Το πολιτικό μας σύστημα είναι σταθερό, το πολιτικό κλίμα αρκούντως ήπιο, η οικονομία σε σχετικά καλό επίπεδο, η εφαρμοσμένη κοινωνική πολιτική πολύ περισσότερο γενναιόδωρη συγκριτικά με το μακρινό παρελθόν και η καθημερινότητα σαφώς καλύτερη με την χρήση πλειάδας ευκολιών. Τι περισσότερο λοιπόν χρειαζόμαστε για να πάρουμε θέση απέναντι στο ερώτημα ‘’ήταν καλύτερα τότε;’’;
Θεωρώ όμως ότι η ψυχική πληρότητα του ανθρώπου και η ευτυχία του δεν αποτιμώνται και δεν ορίζονται αποκλειστικά με την παράθεση τέτοιων δεικτών. Στα ‘60ς το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού έκανε μπάνιο μια φορά την εβδομάδα στη ..σκάφη και έτρωγε κρέας κάθε Κυριακή αλλά δεν του έλειπε το όνειρο και η ελπίδα, αυτά τα βασικά συστατικά στοιχεία της ανθρώπινης ευεξίας, αγαθά που στις μέρες μας για την πλειονότητα του κόσμου και για λόγους που δεν χρειάζεται να αναπτυχθούν εδώ είναι δυστυχώς εν ανεπαρκεία. Σε ότι αφορά το ‘’σήμερα΄΄, η τεχνολογία κάνει την καθημερινότητα του πολίτη λειτουργικά ευχερέστερη και ταυτόχρονα περιορίζει την αυτονομία της σκέψης του, η άμεση πληροφόρηση δοκιμάζει τις αντοχές του και το άνετο χαμηλοτάβανο διαμέρισμα ολοκληρώνει την απομόνωση του! Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.
Κοντολογίς, δεν είναι καθόλου εύκολο να πει κανείς ‘’τότε ήταν καλύτερα ή χειρότερα’’, ώστε να μην πέσει στην παγίδα που στήνει η νοσταλγία. Το ερώτημα δεν απαντιέται. Για κάποιους που υιοθετούν τη νοσταλγία εντός του ‘’τότε’’ ήταν καλά και για κάποιους άλλους εντός του ‘’τώρα’’ είναι επίσης καλά. Και παίρνοντας τα από την ανάποδη, για πολλούς και των δύο εποχών ήταν μαύρα χάλια. Προσωπικά, σαν ένας άνθρωπος που έχει ζήσει και στις δύο αυτές περιόδους, δυσκολεύομαι οπωσδήποτε να καταλήξω. Χωρίς ίχνος δισταγμού όμως και με περισσή πικρία θα επισημάνω ακόμα μια φορά την απουσία από το ‘’σήμερα’’ δύο ιδιαίτερα σημαντικών στοιχείων για την άνθιση του χαμόγελου στα πρόσωπα των ανθρώπων, του ονείρου και της ελπίδας. Η έλλειψη αυτών των παραμέτρων στη σημερινή αγχωτική πραγματικότητα απλά καθιστά την ανθρώπινη διαδρομή μια μηχανιστική διαδικασία και περιορίζει καταστροφικά την απόλαυση του δώρου της ζωής.
Βρείτε το βιβλίο «Η διαδρομή» του Θ. Σταθόπουλου πατώντας εδώ