“Ο Τέταρτος Καβαλάρης” αποτελεί τη διλογία του Μανώλη Παλαβούζη. Ένα έργο που πραγματεύεται ένα θανάσιμο σενάριο που φαντάζει πέρα για πέρα αληθινό σε μια έκδοση που συμπίπτει με τη νέα παγκόσμια επιδημία του Covid-19.
Του Χρήστου Δεμέτη
Τι σχέση θα μπορούσε να έχει ο χειμώνας του 1347 μ.Χ. με τον χειμώνα του 2017 μ.Χ. και τη Θεσσαλονίκη; Τι σχέση θα μπορούσε να έχει η πανούκλα της Κωνσταντινούπολης με την παγκόσμια επιδημία του κοροναΐου;
Ο Μανώλης Παλαβούζης προβαίνει σε ένα πολύ φιλόδοξο εγχείρημα που στέφεται με επιτυχία. Το έργο του “Ο Τέταρτος Καβαλάρης” (εκδόσεις Πηγή), είναι η πρώτη διλογία “βιολογικού τρόμου” που κυκλοφορεί από Έλληνα συγγραφέα.
Σύμφωνα με το σενάριο, “σε ένα εργοτάξιο του μετρό της Θεσσαλονίκης, ένας εργάτης ανακαλύπτει μία υπόγεια κρύπτη. Άθελά του, θα ξυπνήσει τον μεγαλύτερο βιολογικό εχθρό της ιστορίας. Η πανδημία εξαπλώνεται ταχύτατα σε όλο τον κόσμο”, θυμίζοντας την τρέχουσα επικαιρότητα που βρίσκεται στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος τους τελευταίους μήνες.
Το θανάσιμο σενάριο στον κόσμο του υπερπληθυσμού, ακροβατεί ανάμεσα στη μυθοπλασία και τις ιστορικές αναφορές. Ο Μ. Παλαβούζης έχει επιλέξει τη διπλή αφηγηματική γραφή, σε δύο χρονικές περιόδους. Στο βιβλίο, όπως μας λέει ο συγγραφέας, “περιγράφονται οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη κοινωνία και το φυσικό κόσμο όπως και γενικότερα η υποβάθμιση του πλανήτη από τον άνθρωπο”. Η διπλή αφηγηματική γραφή λειτουργεί εξαιρετικά ως προς την παρουσίαση των παραλληλισμών. Οι αγωνίες της ανθρωπότητας ήταν ίδιες τότε αλλά και τώρα, όπως και οι ανθρώπινες συμπεριφορές μπροστά στο διαφαινόμενο τέλος. Και τι πιο διαχρονικό από τον “Τέταρτο Καβαλάρη”, δηλαδή τον θάνατο τον ίδιο;
Από την άλλη, η ιστορία έχει πράγματι την τάση να επαναλαμβάνεται. Όπως και οι θεωρίες συνωμοσίας. Κόντρα όμως στους υπαρκτούς – οικουμενικούς κινδύνους και τη συνωμοσιολογία, ρίχνουμε τελικά το βάρος στην επιστήμη και την αλληλεγγύη, στοιχεία που ενυπάρχουν στο βιβλίο ως “φως στο δυστοπικό τούνελ”. Η αλληλεγγύη άλλωστε εδώ, προσωποποιείται μέσα από την εμβληματική φιγούρα του Άλεξ Κομνηνού.
Για όλα αυτά, αλλά και για το πώς είναι να ζεις και να βιβλιογραφείς στην ακριτική Ελλάδα, μιλήσαμε με τον Μανώλη Παλαβούζη σε μια συνέντευξη που συνδυάζει τις ιστορικές διδαχές με τη “σκοτεινή αφήγηση” και τη λογοτεχνία με την… επιδημιολογία.
Η φύση πάντα θα επιβιώνει ανεξάρτητα από τις ανθρώπινες δραστηριότητες
-Πώς προέκυψε η ιδέα για το εν λόγω μυθιστόρημα;
Η ιδέα γεννήθηκε κάποια στιγμή το καλοκαίρι του 2017, όταν παρακολούθησα ένα ντοκιμαντέρ για το μετρό του Λονδίνου. Στην Αγγλία λοιπόν, καθώς συνεχίζονταν οι ανασκαφές για την επέκταση του μετρό της πρωτεύουσας, αρχαιολόγοι και εργάτες ανακάλυψαν σκελετούς από θύματα της μεσαιωνικής πανώλης. Με δεδομένο λοιπόν το μεγάλο εγχώριο ζήτημα των ημερών για το μετρό της Θεσσαλονίκης, αναπόφευκτα έγινε ένας συνειρμός. Τι θα γινόταν αν καθώς οι εργάτες σκάβανε το υπέδαφος της πόλης, έβρισκαν διατηρημένα πτώματα της πανώλης; Τι θα γινόταν αν η ασθένεια ερχόταν ξανά στη ζωή και άρχιζε να διασπείρεται; Από εκεί και πέρα οι ιδέες κύλησαν γρήγορα και το βιβλίο έγινε πραγματικότητα.
-Υπάρχουν ιστορικές αναφορές στη μυθοπλασία σας; Το 1347, ξέσπασε η τρίτη μεγάλη επιδημία πανούκλας στην Κωνσταντινούπολη ενώ και στη Θεσσαλονίκη υπήρξε πανδημία το 1783 αν δεν κάνω λάθος.
Η πανώλη έχει δώσει πολλές πανδημίες και επιδημίες ανά τους αιώνες. Πανδημίες που εξαπλώθηκαν σε δεκάδες χώρες, όπως η διασημότερη των μέσων του 14 αιώνα στην Ευρασία, όσο και επιδημίες που περιορίστηκαν σε μεγάλες πυκνοκατοικημένες πόλεις, όπως για παράδειγμα στο Λονδίνο. Πράγματι η Βασιλεύουσα πέρασε αρκετές φορές τη δοκιμασία της πανώλης με γνωστή την έξαρση της βουβωνικής πανώλης κατά την εποχή του Ιουστινιανού. Και το 14 αιώνα η πανώλη έφτασε αρχικά στην Κωνσταντινούπολη το 1347 και από εκεί με πλοία μεταδόθηκε μέσω του εμπορίου στον ελλαδικό χώρο και ακολούθως σε όλη τη δυτική και βόρεια Ευρώπη, αφήνοντας πίσω της μία εκατόμβη θυμάτων, πάνω από το ένα τρίτο του πληθυσμού της ηπείρου. Δεν θα μπορούσα σε μιας τέτοιας θεματολογίας βιβλίο να αφήσω στο περιθώριο τα πραγματικά γεγονότα. Παρακολούθησα αρκετά ντοκιμαντέρ και διάβασα κάποια βιβλία, ώστε σε όλες τις περιγραφές, σε όλα τα κεφάλαια των βιβλίων που αφορούσαν το παρελθόν, ο μεσαιωνικός κόσμος να αποδοθεί με τη μέγιστη αληθοφάνεια, όσο πιο κοντά στην ιστορική πραγματικότητα, ακόμα κι αν τα περισσότερα που γνωρίζουμε για την πανδημία της εποχής προέρχονται από λατινικές και όχι βυζαντινές πηγές. Έτσι σε αρκετά σημεία έχω αυτοσχεδιάσει, σε άλλα ακολούθησα την πραγματικότητα.
-Η δική σας ιστορία ξεκινά το 1347. Θα έλεγε κανείς πως προσπαθείτε εδώ να αφηγηθείτε μια σκοτεινή ιστορία του Βυζαντίου μέσα από τη δική σας ματιά και με αλληγορικές αναφορές στο σήμερα;
Και το όνομα του Άλεξ Κομνηνού άλλωστε παραπέμπει στο Βυζάντιο.
Το Βυζάντιο ταυτίζεται με μια λαμπρή εποχή στην στρατιωτική εποποιία, μια εποχή με αυτοκράτορες, ίντριγκες και πισωμαχαιρώματα που θα θύμιζαν λίγο Game Of Thrones. Όμως πολλές φορές, όταν αναφερόμαστε στο παρελθόν ξεχνάμε έναν πολύ σημαντικό παράγοντα, που είναι η ίδια η φύση. Οι πανδημίες και οι παθογόνοι μικροοργανισμοί είναι γεγονός και όχι μόνο στον 21 αιώνα. Γράφοντας λοιπόν τον Τέταρτο Καβαλάρη, ήθελα να αφηγηθώ μία σκοτεινή εποχή όπως είπατε, μία εποχή που ενώ απέχει αιώνες από το δικό μας σύγχρονο κόσμο, στην πραγματικότητα δεν έχουν αλλάξει πολλά από τότε. Έχουμε νοσοκομεία, έχουμε εξελιγμένα φάρμακα, έχουμε επιστήμες όπως η βιολογία και η ιατρική, αλλά και πάλι, το μόνο που καταφέραμε είναι να περιορίζουμε τις επιπτώσεις μιας πανδημίας. Και αυτές τις εβδομάδες γινόμαστε μάρτυρες ενός τέτοιου γεγονότος.
Όσον αφορά το όνομα του κεντρικού ήρωα, ήταν πράγματι μια αναφορά στο Βυζάντιο, άλλος ένας συνδετικός κρίκος μεταξύ παρόντος και παρελθόντος. Από εκεί και πέρα μου αρέσει ο συνδυασμός αρχαιοελληνικού ονόματος με βυζαντινό επίθετο και είναι κάτι που κράτησα και στο νέο βιβλίο που ολοκλήρωσα πρόσφατα και θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο.
-Το βιβλίο είναι και μια αλληγορία που μιλά για την κλιματική αλλαγή και την κακοποίηση του περιβάλλοντος από τον άνθρωπο του σήμερα;
Δεν είμαι σίγουρος αν το βιβλίο παρουσιάζει μία τέτοια αλληγορία. Σίγουρα περιγράφονται οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην ανθρώπινη κοινωνία και το φυσικό κόσμο όπως και γενικότερα η υποβάθμιση του πλανήτη από τον άνθρωπο. Θα έλεγα όμως πως το βιβλίο περιγράφει περισσότερο την απάντηση του πλανήτη στην υποβάθμιση που έχουμε επιφέρει. Ίσως ακούγεται περίεργο, όμως στην παρούσα φάση ο άνθρωπος λειτουργεί παρασιτικά σε βάρος του πλανήτη και της ισορροπίας του. Η φύση πάντα θα επιβιώνει ανεξάρτητα από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Με κόστος βέβαια, αλλά οι άνθρωποι είμαστε περαστικοί από τον πλανήτη. Ίσως λοιπόν μια πανδημία, ένας ιός, κάποιο θανάσιμο βακτήριο όπως αυτό που προκαλεί την πανώλη και πρωταγωνιστεί στη διλογία, δεν είναι τίποτα περισσότερο πέρα από την απόκριση των φυσικών δυνάμεων ενάντια σε ένα βιολογικό είδος που θεώρησε πως του ανήκουν τα πάντα.
-Γιατί επιλέξατε να αναπτύξετε την αφήγηση σε δύο διαφορετικές χρονικές περιόδους;
Διάβασα κάποια βιβλία που είχαν τη συγκεκριμένη δομή και ο τρόπος μου φάνηκε ξεχωριστός και σίγουρα ταίριαζε στην περίσταση. Στην δική μου περίπτωση έδενε καλύτερα τα γεγονότα και ήταν ο μόνος μάλλον τρόπος να αφηγηθώ παράλληλα δύο ιστορίες διαφορετικές και παρόμοιες την ίδια στιγμή. Τελικά λειτούργησε θετικά και για έναν ακόμα λόγο: στο τέλος κάθε κεφαλαίου, εκεί όπου ήθελες να προχωρήσεις στο επόμενο για να μάθεις τη συνέχεια, έβρισκες μπροστά σου ένα διαφορετικό κεφάλαιο, μια άλλη ιστορία, έτσι που τελικά το ένα κεφάλαιο οδηγούσε τυφλά στο επόμενο χωρίς να δίνει τη δυνατότητα να κλείσεις το βιβλίο και να αφήσεις την ανάγνωση για την επόμενη μέρα, κάτι που εκτιμώ και σαν αναγνώστης και σαν συγγραφέας.
Διαβάστε ολόκληρη την ενδιαφέρουσα συνέντευξη που παραχώρησε ο συγγραφέας μας Μανώλης Παλαβούζης στο news247
Μάθετε περισσότερα για τη διλογία του Μανώλη Παλαβούζη “Τέταρτος Καβαλάρης”