Το πιο βαθύ χρώμα είναι αυτό που δεν καίγεται ποτέ
Για να διαβάσεις αυτή την ιστορία έκοψα ηλιαχτίδες από το στέμμα του ήλιου κι έφτιαξα βέλη να πυρπολήσω τη θάλασσα να μην υπάρχει. Κι όταν ο θάνατος του ωκεανού δεν μου ήταν αρκετός, τόλμησα να κάψω τον ίδιο τον ήλιο κι έγινε στάχτη ο ουρανός και γιόρτασα το ολοκαύτωμα του σύμπαντος. Κι ύστερα, ξύπνησα του κόσμου τα ηφαίστεια κι έγραψε η λάβα τη Βίβλο της Αμαρτίας. Αυτήν, που κρατάς στα χέρια σου…
Είμαι ο Σωκράτης. Πρωταγωνιστές στη ζωή μου, όσοι έχασαν τον εαυτό τους προσπαθώντας να βρουν εμένα. Αυτοί που μου χάρισαν την αγάπη και τον έρωτα από την ευλογία μέχρι την κατάρα. Δεν ξέρω αν αγάπησα ποτέ κανέναν τους, ούτε για τον ίδιο τον εαυτό μου δεν παίρνω όρκο αν ένιωσα αγάπη. Ίσως φοβήθηκα, ίσως δεν ήθελα, ίσως δεν άντεχα, ποιος ξέρει… Άρπαξα όσα μου έδωσαν και τα κατασπάραξα, να μείνει μόνο το αίμα. Απόλαυσα, απαίτησα, σάρωσα, ρήμαξα. Λεηλάτησα τις ψυχές τους, έσπειρα μέσα νάρκες και χόρεψα τον χορό της τρέλας μέχρι που τις τίναξα στον αέρα. Ίχνος δεν έμεινε από την ύπαρξή τους. Τους σκότωσα. Όλους! Ποτέ δεν έπαιξα με τη φωτιά, ήμουν, η φωτιά! Ήμουν η ίδια η προδοσία, η βία, η απόλυτη παράνοια του νου… Η πύλη της κόλασης, η έκλειψη της σελήνης και του ήλιου, η άμπωτη και η παλίρροια, η συντέλεια του κόσμου. Ήμουν, η Σκύλλα και η Χάρυβδη. Τώρα πια, δεν έχει σημασία. Η ιστορία τελείωσε, όταν από τη στάχτη ανάβλυσε αίμα. Σου την παραδίδω.
Αξιολογήσεις
Δεν υπάρχει καμία αξιολόγηση ακόμη.