Η Πλειάδα αποτελεί το prequel των Σκοτεινών Βημάτων και μας δίνει σημαντικές πληροφορίες για την τελευταία περίοδο της Μάχης των Πυλών. Στον συγκεκριμένο πόλεμο οι θεοί διχάστηκαν για τον κόσμο των ανθρώπων (και των ξωτικών) και οι πιστοί τους ρίχτηκαν στα πεδία μάχης με σκοπό την επικράτηση της δικής τους παράταξης. Το ποια τελικά τα κατάφερε μένει ακόμα να το ανακλύψουμε.
Το βιβλίο μου θύμισε παραμύθι, αλλά όχι με την έννοια των παιδικών που μας αφηγούνταν οι γονείς μας. Μου θύμισε περισσότερο εκείνες τις μεσαιωνικές παραδόσεις που δεν έκρυβαν την βαρβαρότητα του κόσμου και υπήρχε έντονα το μεταφυσικό στοιχείο. Χάρις την αφηγηματικότητα, την ροπή προς την λυρικότητα και την γρήγορη ροή της ιστορίας αισθάνθηκα σαν να έκανα ένα ταξίδι στον χρόνο, τότε που ο κόσμος μαζευόταν για να ακούσει μια μαγική περιπέτεια από τους παραμυθάδες. Συνεχώς φανταζόμουν ένα ξωτικό να αφηγείται ό,τι διάβασα στην παρέα που γνώρισα στα Σκοτεινά Βήματα, ώστε να καταλάβουν καλύτερα τι βοήθησαν την Λίλιαν να φέρει σε πέρας, αλλά και τι είναι στα αλήθεια η σύντροφος τους.
Οι χαρακτήρες ήταν όλοι ένας προς ένας, με την δική τους προσωπικότητα και χαρακτηριστικά με αποτέλεσμα να τους ξεχωρίζεις εύκολα κι ας μην θυμάσαι το όνομα τους. Ήταν μεν αρκετοί, αλλά ο Αλέξης κατάφερε να τους δώσει ξεχωριστή ταυτότητα, χωρίς να πέφτει στην παγίδα να τους ταυτίσει, δεδομένης μάλιστα της μικρής έκτασης του βιβλίου. Χάρηκα ιδιαίτερα που είδαμε μια πιο “ανθρώπινη” μορφή του Νταλξ και την δική του πονεμένη ιστορία, η οποία έλυσε έναν σημαντικό γρίφο. Τουλάχιστον εγώ είχα απορήσει γιατί μια θεά προτίμησε ένα φαινομενικά αφελές ξωτικό όπως η Λίλιαν (βέβαια η παιδικότητα της με έκανε να την αγαπήσω), αλλά όλα απαντήθηκαν στην Πλειάδα. Επιπλέον, η ιστορία των δράκων και η παρουσία της Κελαίνης μου έδωσαν έναν ακόμα λόγο να ανυπομονώ για την συνέχεια των Σκοτεινών Βημάτων. (2021 αργείς;)
Κατά γενική ομολογία απόλαυσα την Πλειάδα, ίσως σε μεγαλύτερο βαθμό από τα Σκοτεινά Βήματα. Ο λόγος είναι καθαρά υποκειμενικός, διότι σαν ιστορικός έχω μια αγάπη στο παρελθόν. Ο κόσμος πάντως μου είχε τραβήξει το ενδιαφέρον εξ αρχής, γιατί ήταν αρκετά κοντά στον δικό μας και ο συγγραφέας δεν δίστασε να υπογραμμίσει τα αρνητικά στοιχεία ως απόρροια των προσωπικών του φιλοσοφικών ανησυχιών. Στην Πλειάδα μάλιστα επέμεινε στο ζήτημα της ψυχής και μπορώ να πω ότι με έπεισε! Ολοκληρώνοντας να πω πως χάρηκα ιδιαίτερα βλέποντας την εξέλιξη της γραφής του Αλέξη και την ωρίμανση της. Μαγεύτηκα από τις εκτενείς περιγραφές και τα σχήματα λόγου που μου έλειψαν στα Σκοτεινά Βήματα και είμαι σίγουρη πως στο σίκουελ θα μας δώσει έναν ακόμα καλύτερο εαυτό. Αυτό άλλωστε είναι και το προσόν ενός καλού συγγραφέα: να μην μένει ποτέ στάσιμος.
Είθε η ψυχή να καθοδηγεί την πίστη σας!