1)Συστήστε μας με λίγα λόγια το βιβλίο σας « ΜΟΤΕΛ 430-71 ».Πότε ξεκινήσατε να το γράφετε; Ποια ήταν η πηγή έμπνευσης του βιβλίου σας και πόσο καιρό σας πήρε για να το τελειώσετε;
Σας ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση. Το βιβλίο «ΠΑΡΑΝΟΙΑ» είναι το πρώτο μέρος της σειράς «ΜΟΤΕΛ 430-71», μιας περιπέτειας φαντασίας και τρόμου που εκτυλίσσεται στην Ευρώπη του δεκάτου όγδοου αιώνα. Για να πω την αλήθεια, όταν ξεκίνησα να το γράφω το 2018 δε μπορούσα καθόλου να υπολογίσω την έκταση που αυτό θα έφτανε. Απλά ξεκίνησα να γράφω την ιστορία που είχα στο μυαλό μου και έπειτα από μερικούς μήνες διαπίστωσα ότι το σημείο στο οποίο είχα φτάσει προσφερόταν ιδανικά, προκειμένου βάλω τον επίλογο του πρώτου βιβλίου της σειράς. Συνολικά, μού πήρε περίπου ένα χρόνο να το τελειώσω, με σχεδόν καθημερινή ενασχόλησή μου με το βιβλίο για τουλάχιστον τρεις με τέσσερις ώρες. Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα έκανα παράλληλα και μια μικρή έρευνα, σχετικά με τα στοιχεία και τις πληροφορίες που χρησιμοποιώ στο βιβλίο μου και στα οποία πιστεύω ότι θα ήταν καλύτερα να μην αναφερθώ εδώ περισσότερο, για να αποφύγω τα spoilers. Φυσικά, μόλις το τελείωσα το διάβασα ξανά και ξανά πολλές φορές. Κάθε φορά πρόσθετα, αφαιρούσα ή διόρθωνα και κάτι, μέχρι κάποια στιγμή θεώρησα ότι ήμουν έτοιμος για το επόμενο βήμα. Την αναζήτηση εκδοτικού οίκου για την έκδοσή του. Η μεγαλύτερη πηγή έμπνευσης για μένα, ήταν σαφώς ο τεράστιος H.P. Lovecraft. Πάντα με μάγευε απίστευτα η σκοτεινή ατμόσφαιρα των ιστοριών του, ο τρόμος που μπορεί να κρύβεται πίσω από την κάθε γωνία, ο φόβος το ανθρώπου για το άγνωστο και φυσικά η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, την οποία έχω υιοθετήσει και στο βιβλίο μου.
2)Τι ιδιαίτερο θα διαβάσουμε σ αυτό το βιβλίο? Αν ήσασταν ένας απλός αναγνώστης του, ποια θα θεωρούσατε ότι είναι τα δυνατά του στοιχεία?
Πολύ ενδιαφέρουσα ερώτηση. Τα τελευταία χρόνια παρατηρώ μια ιδιαίτερα αυξημένη στροφή των Ελλήνων αναγνωστών στην εγχώρια λογοτεχνία τρόμου. Αυτό είναι ιδιαίτερα ευχάριστο και ελπιδοφόρο, και μπορώ να επιβεβαιώσω και εγώ ο ίδιος το γεγονός ότι η ελληνική λογοτεχνία του απαιτητικού αυτού είδους κρύβει πραγματικά διαμάντια, με συγγραφείς που είναι αποδεδειγμένα και πλήρως δικαιολογημένα καταξιωμένοι. Πλην όμως, έχω διαπιστώσει ότι η πλειοψηφία των μυθιστορημάτων αυτών διαδραματίζονται στο παρόν. Η σειρά «ΜΟΤΕΛ 430-71» ξεφεύγει από τα στενά χρονικά όρια του σήμερα και ταξιδεύει τον αναγνώστη πίσω, στην Ευρώπη του δεκάτου ογδόου αιώνα, τότε που τα καθημερινά προβλήματα του κόσμου διέφεραν αρκετά από τα σημερινά. Συνεχής μάχη για επιβίωση, προκαταλήψεις, δεισιδαιμονίες, η μάστιγα της πανούκλας και φυσικά τα ωμά κατάλοιπα του σκοταδισμού του Μεσαίωνα. Αυτά πιστεύω ότι είναι τα στοιχεία που κάνουν το βιβλίο να διαφέρει λίγο από τα υπόλοιπα του είδους και αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο θα ήθελα το ελληνικό αναγνωστικό κοινό να του δώσει μια ευκαιρία και να βυθιστεί στις σκοτεινές του σελίδες.
3)Πως αποφασίσατε τον τίτλο του βιβλίου, υπήρξε κάποιος άλλος που απορρίφθηκε ?
Ο τίτλος του βιβλίου προέκυψε κατά τη διάρκεια της συγγραφής του βιβλίου. Τον σκέφτηκα κάποια στιγμή λίγο πριν τελειώσω το βιβλίο και τον σημείωσα σε ένα χαρτί, με μια παράλληλη υπενθύμιση ότι μόλις τελειώσω με το γράψιμο να τον επανεξετάσω. Μόλις έφτασε αυτή η στιγμή διαπίστωσα ότι μου κόλλαγε πολύ ωραία με την ιστορία. Ήμουν πεπεισμένος ότι σε συνδυασμό με ένα ωραίο εξώφυλλο, ο τίτλος θα μπορούσε να συνδυάσει τον φανταστικό τρόμο με το μυστήριο. Συνεπώς δε χρειάστηκε να αναζητήσω κάτι διαφορετικό. Το συζήτησα και με τον εκδότη μου και συμφώνησε και ο ίδιος ότι χτυπάει ωραία στο μάτι, οπότε παραμείναμε στο «ΜΟΤΕΛ 430-71». Μοναδικό μου δίλημμαήταν μήπως η λέξη «Παράνοια» αντικαθιστούταν από τη λέξη «Κόλαση». Προτίμησα την «Παράνοια», θεωρώντας ότι αυτή αντικατοπτρίζει με μεγαλύτερη σαφήνεια το γενικότερο συναίσθημα που πηγάζει από τις σελίδες του βιβλίου.
4)Είσαστε συγγραφέας της λογοτεχνίας του φανταστικού και μας έχετε δώσει υπέροχα δείγματα γραφής με το βιβλίο σας «ΜΟΤΕΛ 430-71 ». Υπήρξε κάποιο βιβλίο ή κάποιος συγγραφέας που σας ενέπνευσε για μπειτε στον κόσμο αυτού του είδους συγγραφής ;
Σας ευχαριστώ πολύ για τα καλά σας λόγια. Θέλω να πιστεύω ότι συνεχώς θα βελτιώνομαι και δε θα επαναπαυτώ σε αυτά. Η αρχή για να καταλήξω στο ότι η λογοτεχνία του φανταστικού θα γινόταν το αγαπημένο μου λογοτεχνικό είδος, έγινε όταν πριν από πολλά χρόνια έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο του Stephen King. Δε θυμάμαι ποιο ήταν αυτό καθώς έκτοτε έχω διαβάσει πολλά δικά του. Έχω την εντύπωση πως ήταν ή η Αϋπνία ή το Κοράκι. Μόλις το διάβασα, μου άρεσε τόσο πολύ που συνέχισα και με άλλα βιβλία του ίδιου συγγραφέα. Κάποια στιγμή όμως άρχισα να αναζητώ και κάτι διαφορετικό, πάντα από το χώρο της λογοτεχνίας του φανταστικού, καθότι το στυλ γραφής του King είναι ένα και το αυτό σχεδόν σε όλα του τα βιβλία. Δοκίμασα αρκετούς συγγραφείς, ορισμένοι εκ των οποίων μου φάνηκαν απλά ικανοποιητικοί ενώ με άλλους εντυπωσιάστηκα ιδιαίτερα. Μόλις όμως ξεκίνησα να διαβάζω το Ο Ίσκιος πάνω από το Ίνσμουθ, του H.P. Lovecraft, εκεί ένοιωσα να χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου. Άκουγα τους ψιθύρους της νύχτας σαν να βρίσκονταν κάπου γύρω μου, έβλεπα τα αλλόκοτα πλάσματα που κρύβονταν πίσω από τις γωνίες των μουντών κτιρίων και προσπαθούσα να μην κάνω θόρυβο για μην τραβήξω την προσοχή τους, ενώ σε ορισμένα σημεία ξεχνούσα ακόμα και να αναπνεύσω. Από την πρώτη κιόλας γραμμή του βιβλίου είχα καταλάβει ότι αυτός ο συγγραφέας θα γινόταν ο αγαπημένος, όπως και τελικά συνέβη. Το σίγουρο είναι ότι με έχει επηρεάσει και στη γραφή μου, όσον αφορά το «ΜΟΤΕΛ-430-71». Και φυσικά, από τον Lovecraft πήρα και την πρωτοπρόσωπη αφήγηση η οποία θεωρώ ότι είναι πολύ πιο άμεση από την τριτοπρόσωπη, ειδικά σε κάποιο βιβλίο τρόμου όπου στόχος του συγγραφέα είναι να μεταδώσει τον τρόμο που βιώνει ο πρωταγωνιστής και στον ίδιο τον αναγνώστη.
5)Κάθε μέρα βλέπουμε να εκδίδονται καινούργια βιβλία και συνεχώς μας συστήνονται καινούργιοι συγγραφείς. Ποιο νομίζετε ότι είναι το πακέτο που πρέπει να διαθέτει ένας πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας για να μας αφήσει τις καλύτερες εντυπώσεις ?
Σε αυτό το ερώτημα νομίζω πως καλύτερα θα μπορούσε να μας κατατοπίσει κάποιος πιο έμπειρος και αναγνωρισμένος συγγραφέας από εμένα. Μιας και με ρωτάτε όμως, θα προσπαθήσω να σας απαντήσω, μέσα από την απειροελάχιστη εμπειρία μου. Κατά την ταπεινή μου άποψη, το πιο βασικό είναι να μη θεωρήσει σε καμία περίπτωση κάποιος ότι με την έκδοση του βιβλίου του πέτυχε ξαφνικά τα πάντα, δεδομένου ότι καινούρια βιβλία εκδίδονται σχεδόν καθημερινά. Από εκεί πιστεύω ξεκινάνε όλα. Με άλλα λόγια, ένας πρωτοεμφανιζόμενος συγγραφέας θα πρέπει να πατάει στη γη, να παραμένει προσγειωμένος. Μονάχα έτσι θα μπορέσει να διορθώνει τα λάθη του και να βελτιώνεται συνεχώς. Προσωπικά, δυσκολεύομαι να θεωρήσω τον εαυτό μου συγγραφέα. Είναι ένας χαρακτηρισμός ιδιαίτερα τιμητικός για να είναι αληθινός. Απλά προχώρησα στην έκδοση του πρώτου μου βιβλίου, το οποίο προς το παρόν δείχνει να πηγαίνει καλά και κυρίως να αρέσει στους αναγνώστες που μου κάνουν την ύψιστη αυτή τιμή να το διαβάσουν. Έπειτα, προτού προχωρήσει κάποιος στην έκδοση του πρώτου του βιβλίου, όπως και κάθε επόμενου φυσικά, καλό θα ήταν να πάρει και μια δεύτερη άποψη για το έργο του, όντας προετοιμασμένος όμως να δεχτεί τα όποια αρνητικά σχόλια πιθανόν προκύψουν, μαζί με τα θετικά βέβαια. Καλύτερα να σε διορθώσει εγκαίρως, για τυχόν λάθη που σου διέφυγαν κατά τη συγγραφή, ένας γνωστός, ένας φίλος, κάποιος που τον εμπιστεύεσαι, παρά να δυσαρεστηθεί κάποιος που θα αγοράσει το βιβλίο σου και θα το διαβάσει, μια κατάσταση την οποία σε μεγάλο βαθμό θα μπορούσες να είχες αποτρέψει. Και τέλος, πολύ σημαντικό ρόλο παίζει ο εκδοτικός οίκος με τον οποίο θα επιλέξεις να συνεργαστείς. Είναι μεγάλη υπόθεση να αγαπήσει ο εκδότης το βιβλίο σου σαν να ήταν δικό του, δίχως να το βλέπει ψυχρά σαν ένα ακόμα εμπόρευμα όπου απλά θα πρέπει να πουληθούν όσα πιο πολλά κομμάτια γίνεται. Αναφορικά με αυτό το τελευταίο, δηλώνω υπερευχαριστημένος και τυχερός συνάμα, από τη μέχρι στιγμής συνεργασία μου με τις ΠΡΟΤΥΠΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΗΓΗ.
6)Αν έπρεπε να επιλέξετε ανάμεσα στο έντυπο ή στο ηλεκτρονικό βιβλίο, εσείς ποιο θα επιλέγατε;
Ασυζητητί το έντυπο. Δεν θα άλλαζα με τίποτα τη μυρωδιά ενός βιβλίου, ειδικά αν αυτό είναι πολύ παλιό. Είναι τρομερή η αίσθηση του να κρατάς το βιβλίο στα χέρια σου, να χαϊδεύεις τη ράχη του, να το μυρίζεις, να θαυμάζεις το εξώφυλλό του. Προσωπικά, τα βιβλία σε έντυπη μορφή τα βλέπω κάτι σαν εισιτήρια, για διαφορετικό κάθε φορά ταξίδι της φαντασίας μου.
Αυτές τις μέρες διαβάζω το «Ήταν όλοι τους τόσο καλά παιδιά», του νομπελίστα συγγραφέα Patrick Modiano, το οποίο και μου αρέσει πολύ. Δεν έχει καμία απολύτως σχέση με λογοτεχνία φαντασίας και τρόμου, όμως κατά καιρούς κάνω ένα διάλειμμα από το αγαπημένο μου λογοτεχνικό είδος. Νιώθω ότι υπάρχουν άπειροι συγγραφείς άλλων ειδών, οι οποίοι έχουν να μου προσφέρουν πολλά. Ευτυχώς τα βιβλία δεν τελειώνουν και ούτε θα τελειώσουν ποτέ. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος της ερώτησής σας, ανήκω στην κατηγορία των αναγνωστών που πολύ δύσκολα θα δάνειζαν οποιοδήποτε βιβλίο τους σε κάποιον άλλον. Ειδικά τα πιο σπάνια βιβλία. Είναι άλλο να είσαι απλά αναγνώστης και άλλο αναγνώστης και συλλέκτης ταυτόχρονα, όπως είμαι εγώ. Μία στις χίλιες το βιβλίο να τσαλακωθεί, να σπάσει η ράχη του, να χυθεί καφές, να σκιστεί, να δω πάνω γραμμένο στυλό, θα στενοχωρηθώ πολύ. Ειδικά αν είναι κάποιο σπάνιο βιβλίο, εκεί θα προτιμούσα να μου καρφωνόταν ένα μαχαίρι στην καρδιά.
Εγώ σας ευχαριστώ για την τιμητική πρόσκληση στο BEAUTY DAYS WITH A BOOK και σας εύχομαι καλή και δημιουργική συνέχεια στο υπέροχο έργο σας. Το βιβλίο μου μπορεί να το προμηθευτεί κάποιος από τα γραφεία των εκδόσεων ΠΡΟΤΥΠΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΗΓΗ στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη, με δωρεάν μεταφορικά για αποστολές πανελλήνια, καθώς και σε όλα τα ενημερωμένα φυσικά και ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία της Ελλάδας.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΤΕΛ 430-71 – ΒΙΒΛΙΟ 1 ΠΑΡΑΝΟΙΑ